PAGES

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2000

ΠΕΡΙ ΚΛΟΠΗΣ ΚΑΙ ΑΡΠΑΓΗΣ

ΠΕΡΙ ΚΛΟΠΗΣ ΚΑΙ ΑΡΠΑΓΗΣ
Αγ.Νεκτάριος Κλοπή το αφαιρείν τι κρυφίως από τινος· αρπαγή δε το αφαιρείν τι μετά βίας από τινος. Ο κλέπτης και ο άρπαξ είναι μωροί και άφρονες, διότι εμίσησαν τήν έντιμον εργασίαν τήν παρέχουσαν κέρδος μετ' εφροσύνης καί ηγάπησαν τήν αργίαν τήν άγουσαν είς τήν κλοπήν, τήν αρπαγήν καί πάσαν κακίαν και παρέχουσαν πάσαν πικρίαν. ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ-170,171

Αγ.Νεκτάριος Οι κλέπται και οι άρπαγες εμίσησαν τήν αληθή ευδαιμονίαν καί ηγάπησαν τήν κακοδαιμονίαν, εμίσησαν τήν εαυτών ψυχήν. ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ-171
Αγ.Νεκτάριος Οι κλέπται και οι άρπαγες φεύγουσι το φώς τής ημέρας, ίνα μή αυτό απόκαλύψει αυτούς καί καταφεύγουσιν είς σκοτεινούς κευθμώνας, όπως το σκότος καλύψει αυτούς υπό το πέπλον αυτού. ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ-171
Αγ.Νεκτάριος Οι κλέπται και οι άρπαγες τρέμουσι πρό του φάσματος τής εξουσίας καί αδυνατούσι να εύρωσιν ηρεμίαν. Διέρχονται νύκτας χαλεπάς καί η τού οίστρου ακολασία πάσαν ανάπαυσιν αυτών απελαύνει. ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ-171
Ἁββᾷ Δανιήλ. Ἐὰν εὑρεθῆ ἀδελφὸς ποὺ ἔχει ἀδυναμία ἐλαττώματος, πρέπει νὰ τὸν κρατῆτε· ἐὰν ὅμως κλέπτη, διώξατέ τον, διότι καὶ τὴν ψυχή του ζημιώνει καὶ ὅλους  τοὺς εὑρισκομένους στὸν ἴδιο τόπο ταράσσει. Ἀποφθέγματα Γερόντων - ΕΠΕ τομ.1,199
Ἀγ.Ἀναστασίου Σιναΐτου. Ἐρώτησις : Γίνονται ἄραγε δεκτὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ κλεμμένα χρήματα ποὺ τοῦ προσφέρονται; Ἀπόκρισις : Ὑπάρχει κλοπὴ καὶ κλοπή, καὶ ἀδικία καὶ ἀδικία. Γιατὶ ἄλλο εἶναι νὰ κλέψεις ἀπὸ τὸ ναό, καὶ ἄλλο ἀπὸ τὰ προϊόντα τῆς γῆς, ἢ τῆς θάλασσας ἢ ἀπὸ ἀνθρώπους ἄπιστους. Ἐπίσης ἄλλο εἶναι νὰ ἀδικήσεις ἄπορους, γεωργοὺς καὶ φτωχούς, καὶ ἄλλο νὰ πάρεις ἀπὸ εὔπορους καὶ φιλάργυρους. Ἄλλωστε ὁ Θεὸς δὲν ζητεῖ τὰ πολλά, ἀλλὰ μόνο τὴν πρόθεση. Ἐὰν ὅμως γενικὰ δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις ἀλλιῶς, παρὰ μόνο νὰ ἀδικήσεις, σὲ συμφέρει αὐτὰ ποὺ ἀπόκτησες μὲ τρόπον ἄδικο νὰ τὰ δαπανήσεις σὲ καλὰ ἔργα. Ἐκεῖνα ὅμως ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἀδικία φτωχῶν καὶ γεωργῶν, εἶναι ἀπαράδεκτα ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ καταραμένα. Φ-Ἀγ.Ἀναστασ. Σιν. ΕΠΕ 13Γ-151
Πηδάλιον Ὁ δὲ Θεολόγος Γρηγόριος προβαίνωντας εἰς τὸ ἔμπροσθεν λέγει, ὅτι τὰ ἀδίκως ἀποκτηθέντα, εἴτε ἐκ κλεψίας δηλ. εἴτε ἐξ ἁρπαγῆς καὶ πλεονεξίας, δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὰ συγχωρήσῃ ὄχι μόνον ἁπλῶς ἡ μετάνοια, ὄχι μόνον τὸ ἐνδυθῆναι τὸ σχῆμα τῶν μοναχῶν, ἀλλ’ οὐδὲ αὐτὸ τὸ βάπτισμα, ἐὰν ὁ ταῦτα ἀποκτήσας κακῶς, καὶ ἔχων εἰς χεῖράς του δὲν τὰ ἐπιστρέψῃ πρὸς ἐκείνους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὰ ἐπῆρεν. Οὕτω γὰρ φησιν ἐν τῷ β΄  περί βαπτίσματος λόγῳ, ἀποτεινόμενος πρὸς τοὺς ἀδικήσαντας μὲν καὶ βαπτισθέντας, μὴ ἐπιστρέφοντας δὲ τὴν ἀδικίαν μετὰ τὸ βάπτισμα. «Δύω κακὰ ἔπραξας, ὧ ἅρπαξ καὶ πλεονέκτα, ἕνα, ὅτι ἀδίκως ἀπέκτησας τὸ ξένον πρᾶγμα, καὶ ἄλλο, ὅτι κρατεῖς καὶ δὲν ἐπιστρέφεις αὐτό. Καὶ διὰ τὶ μὲν ἀδίκως αὐτὸ ἀπέκτησας, ἐσυγχωρήθης παρὰ Θεοῦ μὲ τὸ μέσον τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, διὰ τὶ δὲ κρατεῖς αὐτὸ καὶ δὲν τὸ ἐπιστρέφεις, δὲν ἐσυγχωρήθης, ἐπειδὴ καὶ δὲν ἔκαμες ἀποχὴν τῆς ἀδικίας, ἀλλ’ ἕως τῆς σήμερον ἀδικεῖς, μὲ τὸ νὰ ἦναι ἕως τῆς σήμερον εἰς τὸ χέρι σου τὸ ξένον πρᾶγμα καὶ ἄδικον, καὶ ἡ ἁμαρτία δὲν ἐξαλείφθη μὲ τελειότητα, ἀλλὰ μόνον ἐμοιράσθη εἰς δύω καιρούς. Τὴν μὲν γὰρ ἁρπαγὴν καὶ ἀδικίαν τοῦ ξένου πράγματος ἔκαμες πρὸ τοῦ νὰ βαπτισθῇς, τὴν δὲ κράτησιν τοῦ ἁρπαχθέντος πράγματος ἐνεργεῖς καὶ ὕστερα ἀκόμη ἀπὸ τὸ βάπτισμα, ὅθεν καὶ μένεις ἀσυγχώρητος, ἐπειδὴ τὸ βάπτισμα συγχωρεῖ ναὶ τὰ ἁμαρτήματα ὁποῦ ἔκαμες πρὸ τοῦ, ὁποῖα εἶναι καὶ ἡ ἁρπαγὴ τῶν ξένων πραγμάτων, ἀλλὰ δὲν συγχωρεῖ καὶ τὰ ἁμαρτήματα, ὁποῦ ὅλον ἕνα κάμνεις καὶ μετὰ τὸ βάπτισμα, ὁποῖα εἶναι καὶ τοῦ ἁρπαχθέντος πράγματος ἡ κατακράτησις». Λοιπόν, ὅποιος ἁρπάσῃ, ἔπειτα βαπτισθῇ, καὶ δὲν ἐπιστρέφῃ τὴν ἁρπαγήν, δὲν πρέπει νὰ νομίζῃ ὅτι ἐσυγχωρήθη ἡ ἀδικία του αὕτη, διὰ τὶ ἀπατᾶ τὸν ἑαυτόν του, καὶ σοφίζεται τὴν κάθαρσιν, ἤτοι νομίζει, ὅτι εἶναι καθαρὸς ἀπὸ τὴν ἀδικίαν, χωρὶς νὰ ἦναι. Ὁ δὲ Νηστευτὴς Κανόνι κζ΄. τὸν  ἑκουσίως ἀφ’ ἑαυτοῦ μετανοοῦντα κλέπτην, ἕως εἰς μ΄. ἡμέρας ἐμποδίζει τῆς κοινωνίας, τὸν δὲ ἀπὸ ἄλλους φανερωθέντα, μῆνας ἕξ, μετὰ ξηροφαγίας καὶ μετανοιῶν. Συμφωνία Γ΄Κανόνος Ἀγ.Γρηγορίου Νεοκαισάρειας. Πηδάλιον-557-558
Πηδάλιον 557  Κατὰ δὲ τὸν β΄. τίτλον τοῦ ς΄. βιβλίου τοῦ Κώδικος, καὶ τοῦ μζ΄. Βιβλίου τῶν διατάξεων (παρὰ Φωτ. Τίτλ. θ΄. Κεφ. κζ΄.) δύω εἶναι τὰ εἴδη τῆς κλεψίας, καὶ ἡ μὲν μία λέγεται φανερά, ἡ δὲ ἄλλη ἀφανής. Καὶ φανερὰ μὲν εἶναι, ὅταν ὁ κλέπτης πιασθῇ μὲ τὸ κλεψιμαῖον πρᾶγμα, προτοῦ ἀκόμη νὰ τὸ ὑπάγῃ εἰς τὸν τόπον, ὁποῦ ἔμελε νὰ τὸ ὑπάγῃ ἐν τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, καθ’ ἥν ἔκλεψεν, ἀφανὴς δὲ κλεψία εἶναι, ὅταν πιασθῇ μὲ τὸ κλεψιαῖον πρᾶγμα ὕστερα ἀφ’ οὗ ἐπῆγεν εἰς τὸν τόπον, ὅπου ἔμελε νὰ ὑπάγῃ. Καὶ ὁ μὲν φανερὸς κλέπτης καταδικάζεται νὰ πληρώνῃ τετραπλάσιον ἀπὸ ὅ,τ ἔκλεψεν, ὁ δὲ ἀφανής, νὰ πληρώνῃ διπλάσιον. σελ. 557
Πηδάλιον 557. Ὁ δὲ αὐτὸς τίτλος τοῦ αὐτοῦ ς΄. βιβλίου, καὶ ὁ Ἀρμενόπουλ. βιβλ. ς΄. τίτλ. ζ΄. λέγουσιν, ὅτι ἐκεῖνος ὁποῦ ἁρπάζει κἀνένα πρᾶγμα ὅταν καίωνται ἀπὸ φωτίαν ὀσπήτια, ἤ ὅταν καραβοτσακισθῇ καράβι, ἤ ὅταν κρημνισθῇ ὀσπήτιον, ὡς κλέπτης καταδικάζεται. Καὶ ἐὰν μὲν γνωρίσῃ τὸ κλεφθὲν αὐτὸ πρᾶγμα ὁ οἰκοκύρης του, ἀνάμεσα εἰς ἕνα χρόνον, νὰ τὸ πληρώνῃ ὁ ἁρπάσας αὐτό, νὰ τὸ πληρώνῃ ἁπλοῦν, μόνον δηλ. τὸ πρᾶγμα ὁποῦ ἐπῆρε, καὶ κοντὰ εἰς τοῦτο παιδεύεται καὶ ἐγκληματικῶς, καθὼς διατάσσει ὁ περὶ τῶν ἁρπάγων νόμος. Ὑποσημείωσις Γ΄ Κανόνος Ἀγ. Γρηγορίου Νεοκαισάρειας. Πηδάλιον σελ. 557
Πηδάλιον 557 Τὸ δὲ α΄. Κεφ. τοῦ κζ΄. τίτλ. τοῦ ξ΄. βιβλίου τῶν Βασιλικ. λέγει, ὅτι οἱ ὑποδοχεῖς τῶν ληστῶν, ὡς λησταὶ τιμωροῦνται, καὶ οἱ δυνάμενοι κρατῆσαι τοὺς ληστάς, καὶ ἀπολύσαντες αὐτούς, διὰ τὶ ἔλαβον χρήματα, ἤ μέρος ἀπὸ τὰ παρ’ ἐκείνων κλεφθέντα. Ὁ δὲ συγγενῆ φυλάξας ληστὴν καὶ διασώσας, μὲ μεσαῖον τρόπον παιδεύεται, κατὰ τὴν β΄. διάταξιν τοῦ ις΄. τίτλ. τοῦ μζ΄. βιβλ. (παρὰ Φωτ. τίτλ. θ΄. Κεφ. λγ΄.). Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀρμενόπουλ. βιβλ. ς΄. τίτλ. ζ΄. λέγει. Ὅτι, ὅμοιον εἶναι νὰ ἁρπάσῃ τινάς, καὶ τὸ νὰ δέχεται τὰ ἁρπαγέντα, ἐὰν τὰ ἠξεύρῃ πῶς εἶναι ξένα, συμφώνως δηλ. μὲ τὸν Βασίλειον καὶ τὸν κε΄. τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ. Ὡς κλέπτης καταδικάζεται καὶ ὅποιος εὕρῃ τὸ ξένον πρᾶγμα ἐῤῥιμμένον, καὶ τὸ παίρνει αὐτὸς διὰ λόγον του, κἄν καὶ δὲν ἠξεύρῃ τίνος εἶναι, ἔξω μόνον ἄν τὸ πρᾶγμα αὐτὸ ἦτον ἀπρονόητον, ἤ τῇ ἀληθείᾳ, ἤ καθὼς ὁ εὑρὼν αὐτὸ ἐλογίασε νὰ ἦναι τοιοῦτο, βιβλ. ξ΄. τίτλ. ιβ΄. Κεφ. μγ΄. Θέμ. έ. τὸ δὲ μὴ θέμ. τοῦ ια΄. Τίτλ. τοῦ ξ΄. βιβλ. λέγει, ὅτι δὲν εἶναι κλέπτης ὅποιος ἠξεύρωντας τὸν κλέπτην δὲν τὸν φανερώσει, ἀλλ’ ὅποιος τὸν κρύπτει, καθὼς καὶ ὁ Δαβὶδ δὲν κατηγορεῖ τὸν θεωροῦντα τὸν κλέπτην, ἀλλὰ τὸν συντρέχοντα, ἤτοι συνεργοῦντα καὶ βοηθοῦντα αὐτὸν λόγῳ ἤ ἔργῳ. «Εἰ ἐθεώρέις, φησὶ, κλέπτην, καὶ δὲν στέκεται ἕως ἐδῶ, ἀλλ’ ἐπιφέρει, συνέτρεχες αὐτῷ». Οἱ αὐτοὶ δὲ νόμοι τῶν Βασιλέων προστάζουν, ὅτι ὅποιος μεταθέσῃ σύνορα τόπων, ἤ ἁρπάσῃ γῆν, νὰ πληρώνῃ διπλῆν τὴν ἁρπαγήν. Ὑποσημείωσις Γ΄ Κανόνος Ἀγ. Γρηγορίου Νεοκαισάρειας. Πηδάλιον σελ. 557
Πηδάλιον 559. Ἀκολούθως τῷ ἀνωτέρῳ Κανόνι, λέγει οὕτως εἰς τὸν παρόντα Κανόνα ὁ Ἅγιος. Ἀς μὴ γελᾷ τινας ἀπὸ τοὺς τοιούτους τὸν ἑαυτόν του, προφασιζόμενος, ὅτι ηὗρε τάχα τὸ πρᾶγμα τοῦ ἀδελφοῦ του  ἐῤῥιμμένον καὶ ἀνεπιμέλητον, καὶ διὰ τοῦτο τὸ ἐπῆρε, διὰ τί, κἄν καὶ ἀνεπιμέλητον αὐτὸ εὕρῃ, δὲν εἶναι συγκεχωρημένον νὰ τὸ οἰκειοποιηθῇ καὶ νὰ τὸ κατακρατήσῃ, ἐπειδὴ χρεωστεῖ νὰ τὸ πάρῃ, καὶ νὰ τὸ φυλάξῃ ἕως οὗ ὁ οἰκοκύρης ζητήσῃ αὐτό. Φέρει δὲ εἰς τοῦτο καὶ μαρτυρίας δύω, μίαν μὲν ἀπὸ τὸ Δευτερονόμιον, λέγουσαν, ὅτι ἀνίσως εὕρῃ τινὰς τὸ χαϊμένον μοσχάρι, ἤ τὸ πρόβατον, ἤ τὸν γάϊδαρον τοῦ ἀδελφοῦ του, ἤ τὸ ῥοῦχον, ἤ κάθε ἄλλο του πρᾶγμα χαϊμένον, πρέπει νὰ τὰ δίδῃ ὀπίσω εἰς τὸν ἀδελφόν του. Ἐὰν δὲ δὲν ἠξεύρῃ τίνος ἀνθρώπου εἶναι, πρέπει νὰ τὰ φυλάττῃ, ἕως νὰ τὰ ζητήσῃ ὁ ἀδελφός του, καὶ νὰ τὰ δώσῃ εἰς αὐτόν. Καὶ ἄλλην δὲ μαρτυρίαν φέρει ἀπὸ τὴν Ἔξοδον, λέγουσαν, ὅτι ὄχι μόνον τοῦ ἀδελφοῦ του, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἐχθροῦ του τὰ πράγματα ἄν εὕρῃ τις ἐῤῥιμμένα, πρέπει νὰ τὰ ἐπιστρέφῃ εἰς αὐτόν. Εἰ δέ, κατὰ τὰ Θεῖα ταῦτα λόγια, δὲν εἶναι συγκεχωρημένον νὰ κατακρατῇ τινας τοῦ ἀδελφοῦ του,ἤ τοῦ ἐχθροῦ του τὰ πράγματα, τὰ ὁποῖα αὐτὸς ἐν εἰρήνῃ ὤν, ἀπὸ ἀμέλειάν του ἀφῆκεν ἀνεπιμέλητα, πόσῳ μᾶλλον δὲν συγχωρεῖται νὰ κατακρατήσῃ τινὰς πρᾶγμα τοῦ δυστυχημένου ἀδελφοῦ του, τοῦ φεύγοντος τοὺς ἐχθρούς, καὶ ἐξ ἀνάγκης παραιτήσαντος τὰ ἐδικά του πράγματα; Δ΄ Κανών Ἀγ. Γρηγορίου Νεοκαισάρειας. Πηδάλιον σελ. 559
Πηδάλιον 622 Ο 61ος κανών του Μεγάλου Βασιλείου τον μέν κλέψαντα, και αφ' ευατού εξομολογηθέντα και μετανοήσαντα, ένα μόνον χρόνον εμποδίζει από την Κοινωνίαν, τον δέ φανερωθέντα από άλλους ή πιασθέντα επάνω είς την κλεψιάν, ένα χρόνο κανονίζει να υποπίπτει, και άλλον ένα να στέκεται με τους πιστούς και ούτω να μεταλαμβάνει. Πηδάλιον 622

Δεν υπάρχουν σχόλια: