PAGES

ΚΑΡΔΙΑ ΠΩΣ ΕΣΚΛΗΡΗΝΘΗΚΕΣ

ΚΑΡΔΙΑ
ΨΥΧΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ Στίχοι Κατανυκτικοί.
«Καρδία πῶς ἐσκληρύνθηκες, καὶ πῶς παρεπλανήθης;»
Καρδία πῶς ἐσκληρύνθηκες, καὶ πῶς παρεπλανήθης;
καὶ σὺ, ταλαίπωρε ψυχή, πῶς κατετραυματίσθης;
      Φεῦ, τῆς ἐμῆς σκληρότητος, καὶ τῆς ἀχαριστίας,
      τῆς ραθυμίας τῆς δεινῆς, καὶ τῆς ἀναισθησίας.
Δὲν ἔχω ἕνα σταλαγμόν, δάκρυ εἰς τὴν καρδία,
γιὰ νὰ ζητήσω τοῦ Θεοῦ, ἔλεος ὁ ἀθλίος.
      Ὤ! μετανοίας δάκρυα, ποῦ εἷσθ’ ἐξωρισμένα
       καὶ διατὶ δὲν ἔρχεσθε ποτὲ καὶ εἰς ἐμένα;
Ἐλᾶτε νὰ ποτίσητε, καρδίαν διψασμένην,
νὰ καθαρίσητε ψυχήν, τὴν κατερρυπωμένην.
      Ἄς εἶχα στόμα ὁ πτωχός, γλῶσσαν νὰ διηγοῦμαι
      καὶ δάκρυα θερμότατα, νὰ ἐξομολογοῦμαι.
Ἑξάλειψόν μου δέομαι, τὰς τόσας ἁμαρτίας,
καὶ δώρησαί μοι δάκρυα, νὰ κλαίω, ὁ ἀθλίος.
      Τὰ ρήματά μου ἄκουσον, δέξαι τὴν δέησίν μου,
      καὶ σῶσον Παντοδύναμε, τὴν ταπεινὴν ψυχή μου.
Ἄνθρωποι, λυπηθῆτέ με, γιὰ τὴν κατάπτωσί μου
καὶ δεηθῆτε τοῦ Θεοῦ, νὰ σώσῃ τὴν ψυχήν μου.
      Πιστεύσατέ με, ἀδελφοί, ἀλήθεια τὸ λέγω,
      σ’ ἐμένα ἐπερίσσευσε, τὸ ὄνομα τῶν ἔργων.
Ἄν θέλετε νὰ μάθητε, ποία ἡ ἀρετή μου,
λέγω, γυμνὴ παντὸς καλοῦ, ὑπάρχει ἡ ψυχή μου.
     Ἑστερημένος ἀρετῶν, καὶ κατακεκριμένος,
      καὶ πάσης ἀγαθότητος, ἐγκαταλελειμμένος.
Ἔχω πτωχείαν ἄπειρον, πληγὰς καὶ ἀσθενείας,
καὶ κινδυνεύω νὰ χαθῶ, εἰς βάθος ἀπωλείας.
      Ἔχω δεινὴν ἀμέλειαν, μεγάλην ὀκνηρίαν,
      θυμόν, ὑπερηφάνειαν, σκληρότητα, κακίαν.
Εἶμαι ψυχρὸς στὴν ἀρετὴν, θερμὸς εἰς τὴν κακίαν,
ἕτοιμος εἰς τοὺς γέλωτας, καὶ στὴν πολυλογίαν.
      Ἀντὶ τῆς κατανύξεως, ἔχω ἀναισθησίαν,
      ἀντὶ νὰ κλέω πάντοτε, γελῶ ὁ τρισαθλίος.
Ὅσοι μὲ ἐγνωρίσατε, πρέπει νὰ μὲ λυπῆσθε,
καὶ δάκρυα νὰ χύνετε, ὅταν μ’ ἐνθυμῆσθε.
      Παρακαλεῖτε τὸν Θεόν, νὰ μὲ διαφωτίσῃ,
      καὶ εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ἀρετῆς, νὰ μὲ καθοδηγήσῃ.
Καὶ δι’ εὐχῶν σας, ἀδελφοί, ἐλπίζω νὰ μὲ σώσῃ,

κι’ ἐκ τῆς δεινῆς κακίας μου, νὰ μὲ ἐλευθερώσῃ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: